Είχε δίκιο η ελληνική κυβέρνηση που επίσπευσε τη διαδικασία εκλογής προέδρου της δημοκρατίας; Αυτό το ερώτημα θέτει ο Raoul Ruparel στο blog του στο Forbes, καταλήγοντας ότι πιθανώς ήταν η σωστή πολιτική επιλογή αλλά ότι παραμένουν πολλά ρίσκα στη όλη διαδικασία...
Οι ειδήσεις από την Ελλάδα έχουν βελτιωθεί ελαφρώς τους τελευταίους μήνες σε μια ευπρόσδεκτη αλλαγή από την τάση των δυσμενών οικονομικών και πολιτικών ειδήσεων που ερχόταν συνήθως από το κράτος της ευρωζώνης. Ωστόσο, τους επόμενους λίγους μήνες, μπορεί να δούμε την χώρα να ανατρέπει αυτή την τάση κατά κάποιο τρόπο.
Οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης συμφώνησαν την Δευτέρα να επιτρέψουν στην Ελλάδα μια τεχνική παράταση δύο μηνών στο πρόγραμμα διάσωσής της, το οποίο πρόκειται να τελειώσει στο τέλος του έτους. Αυτό γίνεται για να επιτρέψει την ολοκλήρωση της τελευταίας τριμηνιαίας αξιολόγησης της διάσωσης, ένα απαραίτητο βήμα για να διασφαλιστεί ότι οι μεταρρυθμίσεις θα συνεχιστούν, το οποίο σε αντάλλαγμα θα επιτρέψει την απελευθέρωση της τελευταίας δόσης από την ευρωζώνη.
Ύστερα από τη συμφωνία, η ελληνική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα διεξάγει τον πρώτο γύρο της διαδικασίας εκλογής προέδρου της δημοκρατίας στις 17 Δεκεμβρίου, αντί του Φεβρουαρίου.
Οι ανακοινώσεις αυτές από κοινού, έχουν αποκρυσταλλώσει κάποιους μακροχρόνιους οικονομικούς και πολιτικούς κινδύνους για την Ελλάδα στο δρόμο προς το νέο έτος. Ωστόσο, υπάρχουν κάποια βασικά ερωτήματα τα οποία γεννώνται από αυτές τις αποφάσεις και επίσης κάποια περαιτέρω ρίσκα που παραμένουν αναπάντητα, τα οποία υπογραμμίζω παρακάτω.
Πώς λειτουργεί η προεδρική εκλογή και ποιο θα είναι το πιθανό αποτέλεσμα;
Ο πρόεδρος (ένας εθιμοτυπικός ρόλος σε μεγάλο βαθμό) εκλέγεται από το ελληνικό κοινοβούλιο. Στον πρώτο ή δεύτερο γύρο, ο υποψήφιος πρέπει να λάβει 200 από τις 300 ψήφους των μελών της Βουλής. Εάν αυτό δεν συμβεί, τότε χρειάζεται 180 ψήφους στον τρίτο γύτο. Εάν δεν βρεθεί κανένας υποψήφιος μετά από τους τρεις γύρους, προκηρύσσονται πρόωρες εκλογές (θα λάβουν χώρα περίπου στο τέλος Ιανουαρίου, εάν διεξαχθούν).
Αυτή τη στιγμή, ο συνασπισμός της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ διαθέτει 155 έδρες, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αρνηθεί να υποστηρίξει έναν κοινό υποψήφιο (ένας συμβιβασμός που χρησιμοποιήθηκε αρκετά στο παρελθόν), καθώς προηγείται στις δημοσκοπήσεις και θέλει την διεξαγωγή πρόωρων εκλογών. Η κυβέρνηση σήμερα ανακοίνωσε ότι υποψήφιος πρόεδρος της δημοκρατίας είναι ο πρώην Ευρωπαίος Επίτροπος και πρώην υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, Σταύρος Δήμας.
Υπάρχει μια πιθανότητα η κυβέρνηση να λάβει τις 180 έδρες –πολλά μικρότερα κόμματα και ανεξάρτητοι βουλευτές θα χάσουν τις έδρες τους σε περίπτωση νέων εκλογών και ως εκ τούτου θέλουν να αποφύγουν τη διεξαγωγή αυτών. Αυτή τη στιγμή, Έλληνες αξιωματούχοι τοποθετούν τις πιθανότητες επιτυχίας στο 50:50 (δεν είναι και ό,τι καλύτερο, αλλά σίγουρα καλύτερο από ό,τι αναμενόταν στο παρελθόν).
Ποια ερωτήματα μένουν ακόμη να απαντηθούν;
Μένει αδιευκρίνιστο πώς θα λειτουργήσει η παράταση του προγράμματος διάσωσης. Εκτιμάται ότι και οι δύο πλευρές θα έλθουν σε συμφωνία όπως και στο παρελθόν, με την Ελλάδα τελικά να προωθεί σκληρές μεταρρυθμίσεις. Αυτό είναι πιθανό για άλλη μία φορά, αλλά όχι εγγυημένο. Το περιθώριο για ελιγμούς από την πλευρά της κυβέρνησης είναι περιορισμένο από την απειλή εκλογών. Δεν υπάρχουν πολλά που μπορεί να κάνει χωρίς να πλήξει περαιτέρω το ποσοστό των ψήφων τους. Επιπλέον, ο κυβερνητικός εταίρος, το ΠΑΣΟΚ, έχει σχεδόν αφανιστεί ως πολιτική δύναμη, και ως εκ τούτου προσπαθεί με κάποιον τρόπο να ενισχύσει την παρουσία του. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ριζοσπαστικές επιλογές, με τις εκλογές να επίκεινται.
Επίσης, έχει σημειωθεί μικρή πρόοδος στο πώς ακριβώς θα χρηματοδοτηθεί η Ελλάδα από το επόμενο έτος. Η ευρωζώνη έχει δηλώσει πως είναι υπέρ στο να δοθεί στην Ελλάδα μια προληπτική πιστωτική γραμμή, αλλά αυτό περιπλέκεται από μια σειρά από σειρά παραγόντων, αν μη τι άλλο επειδή δεν είναι πολύ επιφυλακτικό, από τη στιγμή που φαίνεται περισσότερο εγγυημένο ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί να καταφύγει σε αυτή.
Επιπλέον, η εμπλοκή του ΔΝΤ παραμένει ασαφής. Η Ελλάδα έχει σημαντική δυσαρέσκεια προς το ΔΝΤ και θέλει να απομακρυνθεί από τη χρηματοδότησή του, ακόμη κι αν μένει ακόμη να καταβάλει άλλα 9 δισ. ευρώ το 2015 και το 2016. Εάν παραμείνουν, θα χρειαστούν εγγυήσεις ότι η Ελλάδα θα είναι σε θέση να χρηματοδοτηθεί μόνη της για 12 μήνες, και εάν φύγουν, το ρεύμα χρηματοδότησής τους θα πρέπει να αντικατασταθεί.
Έκανε σωστά η κυβέρνηση που μετακίνησε την ψηφοφορία;
Είναι ένα επικίνδυνο παιχνίδι, αλλά νομίζω πως ήταν ίσως η σωστή απόφαση (τουλάχιστον από πολιτικής άποψης). Ο βασικός λόγος είναι ότι η αβεβαιότητα σχετικά με το τι θα προκύψει ύστερα από το τρέχον πρόγραμμα διάσωσης (το οποίο τώρα θα τελειώσει τον Φεβρουάριο), παίρνει μακριά κάποια ισχύ από τον ΣΥΡΙΖΑ. Η κυβέρνηση έχει αποδείξει ότι μπορεί να διαπραγματευτεί με την τρόικα, έχει ένα ιστορικό διαχείρισης κρίσεων. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει. Όπως έχουμε δει στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, ο φόβος της αβεβαιότητας και η αύξηση της πιθανότητας ενός Grexit για άλλη μία φορά, μπορεί να είναι ένας σημαντικός παράγοντας στη λογική ψήφου των ανθρώπων. Επιπλέον, η ιδανική θέση για τον ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν εάν είχε ήδη διαπραγματευτεί ένα διάδοχο πρόγραμμα πριν από την ψηφοφορία για τον πρόεδρο, και τις πιθανές εκλογές. Αυτό θα είχε παράσχει βεβαιότητα και μια πλατφόρμα, βάσει της οποίας ο ΣΥΡΙΖΑ θα προσπαθούσε να διαπραγματευτεί ένα νέο πρόγραμμα διάσωσης και την αναδιάρθρωση του χρέους της Ελλάδας.
Ένα βασικό ερώτημα το οποίο παραμένει αναπάντητο, είναι τι θα συμβεί εάν γίνουν εκλογές και κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ; Ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ ισχυρίζεται ότι θα υποστηρίξει την θέση της χώρας στο ευρώ, θέλει μια θεμελιώδη αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα προσεγγίζει ευρωπαϊκά θέματα. Αξίζει να σημειωθεί ότι θέλει μια αναδιάρθρωση του χρέους και μια πλήρη αναθεώρηση του προγράμματος για μεταρρυθμίσεις και εξυγίανση στην Ελλάδα, το οποίο να συνοδεύει την διάσωση (ή μάλλον ένα που θα συνδέεται με μια αναδιάρθρωση). Αυτό φαίνεται πολύ απίθανο να συμβεί, αλλά δεν είναι σαφές εάν θα πιέσουν για μια έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ, σε περίπτωση που οι απαιτήσεις τους δεν βρουν ανταπόκριση ή εάν θα μετριάσουν τη θέση τους.
Εάν λοιπόν όλα αυτά δεν υλοποιηθούν, η Ελλάδα τότε θα έρθει αντιμέτωπη με εκλογές στις αρχές του επομένου έτους, σε ένα κλίμα σοβαρής αβεβαιότητας χωρίς σαφές σχέδιο για έξοδο από το πρόγραμμα διάσωσης. Και τότε πάλι, αυτό ήταν πάντα το ρίσκο, και μπορεί πάντα να υλοποιηθεί.
Συνολικά, οι κίνδυνοι υπάρχουν πάλι για την Ελλάδα. Τα θεμελιώδη ερωτήματα για το πώς θα χρηματοδοτηθεί η Ελλάδα μεσοπρόθεσμα (καθώς η οικονομία της επιχειρεί να ανακάμψει) ή πώς θα συνεχίσει να διαχειρίζεται τα λάθος επιτόκια και ένα πολύ ισχυρό νόμισμα, δεν έχουν ποτέ απαντηθεί. Το σχέδιο της κυβέρνησης να επισπεύσει τις εκλογές είναι ριψοκίνδυνο, αλλά πολιτικά, ίσως είναι η σωστή επιλογή. Τέλος, οι επόμενοι μήνες θα είναι μια δύσκολη διαδρομή για την Ελλάδα, αλλά η ευρύτερη ευρωζώνη δεν θα πρέπει να επηρεαστεί πολύ από τη στιγμή που έχει αρκετά στηρίγματα για να αντιμετωπίσει μια τέτοια κρίση.
Οι ειδήσεις από την Ελλάδα έχουν βελτιωθεί ελαφρώς τους τελευταίους μήνες σε μια ευπρόσδεκτη αλλαγή από την τάση των δυσμενών οικονομικών και πολιτικών ειδήσεων που ερχόταν συνήθως από το κράτος της ευρωζώνης. Ωστόσο, τους επόμενους λίγους μήνες, μπορεί να δούμε την χώρα να ανατρέπει αυτή την τάση κατά κάποιο τρόπο.
Οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης συμφώνησαν την Δευτέρα να επιτρέψουν στην Ελλάδα μια τεχνική παράταση δύο μηνών στο πρόγραμμα διάσωσής της, το οποίο πρόκειται να τελειώσει στο τέλος του έτους. Αυτό γίνεται για να επιτρέψει την ολοκλήρωση της τελευταίας τριμηνιαίας αξιολόγησης της διάσωσης, ένα απαραίτητο βήμα για να διασφαλιστεί ότι οι μεταρρυθμίσεις θα συνεχιστούν, το οποίο σε αντάλλαγμα θα επιτρέψει την απελευθέρωση της τελευταίας δόσης από την ευρωζώνη.
Ύστερα από τη συμφωνία, η ελληνική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα διεξάγει τον πρώτο γύρο της διαδικασίας εκλογής προέδρου της δημοκρατίας στις 17 Δεκεμβρίου, αντί του Φεβρουαρίου.
Οι ανακοινώσεις αυτές από κοινού, έχουν αποκρυσταλλώσει κάποιους μακροχρόνιους οικονομικούς και πολιτικούς κινδύνους για την Ελλάδα στο δρόμο προς το νέο έτος. Ωστόσο, υπάρχουν κάποια βασικά ερωτήματα τα οποία γεννώνται από αυτές τις αποφάσεις και επίσης κάποια περαιτέρω ρίσκα που παραμένουν αναπάντητα, τα οποία υπογραμμίζω παρακάτω.
Πώς λειτουργεί η προεδρική εκλογή και ποιο θα είναι το πιθανό αποτέλεσμα;
Ο πρόεδρος (ένας εθιμοτυπικός ρόλος σε μεγάλο βαθμό) εκλέγεται από το ελληνικό κοινοβούλιο. Στον πρώτο ή δεύτερο γύρο, ο υποψήφιος πρέπει να λάβει 200 από τις 300 ψήφους των μελών της Βουλής. Εάν αυτό δεν συμβεί, τότε χρειάζεται 180 ψήφους στον τρίτο γύτο. Εάν δεν βρεθεί κανένας υποψήφιος μετά από τους τρεις γύρους, προκηρύσσονται πρόωρες εκλογές (θα λάβουν χώρα περίπου στο τέλος Ιανουαρίου, εάν διεξαχθούν).
Αυτή τη στιγμή, ο συνασπισμός της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ διαθέτει 155 έδρες, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αρνηθεί να υποστηρίξει έναν κοινό υποψήφιο (ένας συμβιβασμός που χρησιμοποιήθηκε αρκετά στο παρελθόν), καθώς προηγείται στις δημοσκοπήσεις και θέλει την διεξαγωγή πρόωρων εκλογών. Η κυβέρνηση σήμερα ανακοίνωσε ότι υποψήφιος πρόεδρος της δημοκρατίας είναι ο πρώην Ευρωπαίος Επίτροπος και πρώην υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, Σταύρος Δήμας.
Υπάρχει μια πιθανότητα η κυβέρνηση να λάβει τις 180 έδρες –πολλά μικρότερα κόμματα και ανεξάρτητοι βουλευτές θα χάσουν τις έδρες τους σε περίπτωση νέων εκλογών και ως εκ τούτου θέλουν να αποφύγουν τη διεξαγωγή αυτών. Αυτή τη στιγμή, Έλληνες αξιωματούχοι τοποθετούν τις πιθανότητες επιτυχίας στο 50:50 (δεν είναι και ό,τι καλύτερο, αλλά σίγουρα καλύτερο από ό,τι αναμενόταν στο παρελθόν).
Ποια ερωτήματα μένουν ακόμη να απαντηθούν;
Μένει αδιευκρίνιστο πώς θα λειτουργήσει η παράταση του προγράμματος διάσωσης. Εκτιμάται ότι και οι δύο πλευρές θα έλθουν σε συμφωνία όπως και στο παρελθόν, με την Ελλάδα τελικά να προωθεί σκληρές μεταρρυθμίσεις. Αυτό είναι πιθανό για άλλη μία φορά, αλλά όχι εγγυημένο. Το περιθώριο για ελιγμούς από την πλευρά της κυβέρνησης είναι περιορισμένο από την απειλή εκλογών. Δεν υπάρχουν πολλά που μπορεί να κάνει χωρίς να πλήξει περαιτέρω το ποσοστό των ψήφων τους. Επιπλέον, ο κυβερνητικός εταίρος, το ΠΑΣΟΚ, έχει σχεδόν αφανιστεί ως πολιτική δύναμη, και ως εκ τούτου προσπαθεί με κάποιον τρόπο να ενισχύσει την παρουσία του. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ριζοσπαστικές επιλογές, με τις εκλογές να επίκεινται.
Επίσης, έχει σημειωθεί μικρή πρόοδος στο πώς ακριβώς θα χρηματοδοτηθεί η Ελλάδα από το επόμενο έτος. Η ευρωζώνη έχει δηλώσει πως είναι υπέρ στο να δοθεί στην Ελλάδα μια προληπτική πιστωτική γραμμή, αλλά αυτό περιπλέκεται από μια σειρά από σειρά παραγόντων, αν μη τι άλλο επειδή δεν είναι πολύ επιφυλακτικό, από τη στιγμή που φαίνεται περισσότερο εγγυημένο ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί να καταφύγει σε αυτή.
Επιπλέον, η εμπλοκή του ΔΝΤ παραμένει ασαφής. Η Ελλάδα έχει σημαντική δυσαρέσκεια προς το ΔΝΤ και θέλει να απομακρυνθεί από τη χρηματοδότησή του, ακόμη κι αν μένει ακόμη να καταβάλει άλλα 9 δισ. ευρώ το 2015 και το 2016. Εάν παραμείνουν, θα χρειαστούν εγγυήσεις ότι η Ελλάδα θα είναι σε θέση να χρηματοδοτηθεί μόνη της για 12 μήνες, και εάν φύγουν, το ρεύμα χρηματοδότησής τους θα πρέπει να αντικατασταθεί.
Έκανε σωστά η κυβέρνηση που μετακίνησε την ψηφοφορία;
Είναι ένα επικίνδυνο παιχνίδι, αλλά νομίζω πως ήταν ίσως η σωστή απόφαση (τουλάχιστον από πολιτικής άποψης). Ο βασικός λόγος είναι ότι η αβεβαιότητα σχετικά με το τι θα προκύψει ύστερα από το τρέχον πρόγραμμα διάσωσης (το οποίο τώρα θα τελειώσει τον Φεβρουάριο), παίρνει μακριά κάποια ισχύ από τον ΣΥΡΙΖΑ. Η κυβέρνηση έχει αποδείξει ότι μπορεί να διαπραγματευτεί με την τρόικα, έχει ένα ιστορικό διαχείρισης κρίσεων. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει. Όπως έχουμε δει στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, ο φόβος της αβεβαιότητας και η αύξηση της πιθανότητας ενός Grexit για άλλη μία φορά, μπορεί να είναι ένας σημαντικός παράγοντας στη λογική ψήφου των ανθρώπων. Επιπλέον, η ιδανική θέση για τον ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν εάν είχε ήδη διαπραγματευτεί ένα διάδοχο πρόγραμμα πριν από την ψηφοφορία για τον πρόεδρο, και τις πιθανές εκλογές. Αυτό θα είχε παράσχει βεβαιότητα και μια πλατφόρμα, βάσει της οποίας ο ΣΥΡΙΖΑ θα προσπαθούσε να διαπραγματευτεί ένα νέο πρόγραμμα διάσωσης και την αναδιάρθρωση του χρέους της Ελλάδας.
Ένα βασικό ερώτημα το οποίο παραμένει αναπάντητο, είναι τι θα συμβεί εάν γίνουν εκλογές και κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ; Ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ ισχυρίζεται ότι θα υποστηρίξει την θέση της χώρας στο ευρώ, θέλει μια θεμελιώδη αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα προσεγγίζει ευρωπαϊκά θέματα. Αξίζει να σημειωθεί ότι θέλει μια αναδιάρθρωση του χρέους και μια πλήρη αναθεώρηση του προγράμματος για μεταρρυθμίσεις και εξυγίανση στην Ελλάδα, το οποίο να συνοδεύει την διάσωση (ή μάλλον ένα που θα συνδέεται με μια αναδιάρθρωση). Αυτό φαίνεται πολύ απίθανο να συμβεί, αλλά δεν είναι σαφές εάν θα πιέσουν για μια έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ, σε περίπτωση που οι απαιτήσεις τους δεν βρουν ανταπόκριση ή εάν θα μετριάσουν τη θέση τους.
Εάν λοιπόν όλα αυτά δεν υλοποιηθούν, η Ελλάδα τότε θα έρθει αντιμέτωπη με εκλογές στις αρχές του επομένου έτους, σε ένα κλίμα σοβαρής αβεβαιότητας χωρίς σαφές σχέδιο για έξοδο από το πρόγραμμα διάσωσης. Και τότε πάλι, αυτό ήταν πάντα το ρίσκο, και μπορεί πάντα να υλοποιηθεί.
Συνολικά, οι κίνδυνοι υπάρχουν πάλι για την Ελλάδα. Τα θεμελιώδη ερωτήματα για το πώς θα χρηματοδοτηθεί η Ελλάδα μεσοπρόθεσμα (καθώς η οικονομία της επιχειρεί να ανακάμψει) ή πώς θα συνεχίσει να διαχειρίζεται τα λάθος επιτόκια και ένα πολύ ισχυρό νόμισμα, δεν έχουν ποτέ απαντηθεί. Το σχέδιο της κυβέρνησης να επισπεύσει τις εκλογές είναι ριψοκίνδυνο, αλλά πολιτικά, ίσως είναι η σωστή επιλογή. Τέλος, οι επόμενοι μήνες θα είναι μια δύσκολη διαδρομή για την Ελλάδα, αλλά η ευρύτερη ευρωζώνη δεν θα πρέπει να επηρεαστεί πολύ από τη στιγμή που έχει αρκετά στηρίγματα για να αντιμετωπίσει μια τέτοια κρίση.
Capital
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου