Τις πρώτες της άμεσες παρεμβάσεις που θα κατευθυνθούν στο χώρο της πολύπαθης, από το νόμο για το νέο Λύκειο, δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, σχεδιάζει η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, παράλληλα με μέτρα για την αντιμετώπιση της... ανθρωπιστικής κρίσης του δημόσιου σχολείου και του δυναμικού του.
Η Τράπεζα Θεμάτων, ο πανελλαδικός χαρακτήρας των εξετάσεων της Α' και της Β' Λυκείου, η σκλήρυνση του τρόπου προαγωγής των μαθητών, το τεράστιο ποσοστό σχολικής αποτυχίας, η ακόμα μεγαλύτερη ακύρωση του Λυκείου από τις πρόσφατες νομοθετικές παρεμβάσεις, ο ασφυκτικός έλεγχος της εκπαιδευτικής διαδικασίας, καθώς και η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, είναι τα πεδία που θα εκδηλωθούν οι πρώτες παρεμβάσεις της νέας πολιτικής ηγεσίας.
Η Τράπεζα Θεμάτων που οδήγησε ένα μεγάλο μέρος των μαθητών στον Καιάδα της σχολικής αποτυχίας και πλέον ελέγχει ασφυκτικά την εκπαιδευτική διαδικασία, θα έχει μόνο συμβουλευτικό χαρακτήρα.
Η εφαρμογή της Τράπεζας Θεμάτων που προβλήθηκε με φωτοστέφανο αθωότητας στις διακηρύξεις της προηγούμενης ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας, αποτελεί σημαντικό κομμάτι στην οικοδόμηση του λεγόμενου «νέου σχολείου». Αυτό μαρτυρά η εμμονή στην εφαρμογή της, τόσο από τον Κ. Αρβανιτόπουλο όσο και από τον Ανδρ. Λοβέρδο. Η πρώτη εμπειρία με την Τράπεζα Θεμάτων για εκπαιδευτικούς και μαθητές ήταν το «τρέξιμο» στην εξεταστέα ύλη, που -για ορισμένα μαθήματα αλλά και για πολλά σχολεία- ήταν και παραμένει μεγάλος βραχνάς.
Αγνοούσε η πρώην ηγεσία του υπουργείου Παιδείας ότι σε ορισμένα -για παράδειγμα- φιλολογικά μαθήματα η εξεταστέα ύλη μόνο τυπικά μπορούσε να ολοκληρωθεί λόγω του αυξημένου όγκου της; Οχι βέβαια. Φυσικά το γνώριζε, αλλά δεν την απασχολούσε, καθώς ήταν της αντίληψης ότι «το να “βγάλεις” την ύλη είναι αξία. Το να μορφώσεις μαθητές, είναι απλώς ξεπερασμένη ιδεοληψία».
Συνέπειες όμως υπήρξαν και για τον εκπαιδευτικό που ωθούνταν να οδηγηθεί γρήγορα στην απώλεια του παιδαγωγικού του ρόλου, του δασκάλου εμψυχωτή, καθώς σπρωχνόταν να μετεξελιχθεί σε μικρόψυχο ελεγκτή, έναν συμβολαιογράφο επιδόσεων, εξεταστή, επιτηρητή, διορθωτή, έναν κακοπληρωμένο τεχνικό χωρίς διάθεση και χαμόγελο.
Δεν χρειάζεται να καταναλώσουμε πολλή... στατιστική, για να αποδείξουμε ότι στήθηκε ένας ολοκληρωμένος και «θωρακισμένος μηχανισμός αναχαίτισης» όσων ετοιμάζονται στο μέλλον να χτυπήσουν τις πόρτες του νέου Λυκείου. Πολύ γρήγορα η λειτουργία της Τράπεζας θα απογείωνε τη σχολική θνησιμότητα, δηλαδή την απόρριψη ή την ενσωμάτωση της αδυναμίας, την απόγνωση, την αναχαίτιση, το ψαλίδισμα των προσδοκιών, τον φόβο και την εγκατάλειψη.
Μα, ήθελε η πρώην ηγεσία του υπουργείου Παιδείας ένα τέτοιο αποτέλεσμα; Πρωτίστως! Επειγόταν να «ξεσκαρτάρει» το Γενικό Λύκειο, να το «ελαφρώσει», σαν μια επιχείρηση που θέλει να απαλλαγεί από το προσωπικό της. Η Τράπεζα Θεμάτων, δηλαδή το είδος και η «ποιότητα» των ερωτήσεων, μπορούσε αθέατα να προσανατολίσει τη μαθησιακή διαδικασία σε συγκεκριμένες κατευθύνσεις, να υποβαθμίσει το «πώς» και το «γιατί», να πριμοδοτήσει συγκεκριμένους τρόπους διδασκαλίας ή διαβάσματος. Στην κατεύθυνση αυτή προφανώς ριχνόταν λίπασμα και από τις ερωτήσεις τύπου πολλαπλής επιλογής κ.λπ.
Παράλληλα, η φροντιστηριακή εκγύμναση κέρδιζε έδαφος ως «σώμα και πνεύμα» στο σχολείο, εκτρέποντας το εκπαιδευτικό έργο σε τεχνικές απομνημόνευσης πληροφοριών και όχι αναλυτική επεξεργασία της ύλης και δημιουργικής αφομοίωσης από τους μαθητές. Ειδικότερα, «καλό» Λύκειο θα αναγορευόταν αυτό που μιμείται καλύτερα το φροντιστήριο. Αυτό, δηλαδή, που καλουπώνει και παραδίδει αποσπασματικές γνώσεις χρήσιμες για τις εξετάσεις.
Η Τράπεζα Θεμάτων, ο πανελλαδικός χαρακτήρας των εξετάσεων της Α' και της Β' Λυκείου, η σκλήρυνση του τρόπου προαγωγής των μαθητών, το τεράστιο ποσοστό σχολικής αποτυχίας, η ακόμα μεγαλύτερη ακύρωση του Λυκείου από τις πρόσφατες νομοθετικές παρεμβάσεις, ο ασφυκτικός έλεγχος της εκπαιδευτικής διαδικασίας, καθώς και η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, είναι τα πεδία που θα εκδηλωθούν οι πρώτες παρεμβάσεις της νέας πολιτικής ηγεσίας.
Η Τράπεζα Θεμάτων που οδήγησε ένα μεγάλο μέρος των μαθητών στον Καιάδα της σχολικής αποτυχίας και πλέον ελέγχει ασφυκτικά την εκπαιδευτική διαδικασία, θα έχει μόνο συμβουλευτικό χαρακτήρα.
Η εφαρμογή της Τράπεζας Θεμάτων που προβλήθηκε με φωτοστέφανο αθωότητας στις διακηρύξεις της προηγούμενης ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας, αποτελεί σημαντικό κομμάτι στην οικοδόμηση του λεγόμενου «νέου σχολείου». Αυτό μαρτυρά η εμμονή στην εφαρμογή της, τόσο από τον Κ. Αρβανιτόπουλο όσο και από τον Ανδρ. Λοβέρδο. Η πρώτη εμπειρία με την Τράπεζα Θεμάτων για εκπαιδευτικούς και μαθητές ήταν το «τρέξιμο» στην εξεταστέα ύλη, που -για ορισμένα μαθήματα αλλά και για πολλά σχολεία- ήταν και παραμένει μεγάλος βραχνάς.
Αγνοούσε η πρώην ηγεσία του υπουργείου Παιδείας ότι σε ορισμένα -για παράδειγμα- φιλολογικά μαθήματα η εξεταστέα ύλη μόνο τυπικά μπορούσε να ολοκληρωθεί λόγω του αυξημένου όγκου της; Οχι βέβαια. Φυσικά το γνώριζε, αλλά δεν την απασχολούσε, καθώς ήταν της αντίληψης ότι «το να “βγάλεις” την ύλη είναι αξία. Το να μορφώσεις μαθητές, είναι απλώς ξεπερασμένη ιδεοληψία».
Συνέπειες όμως υπήρξαν και για τον εκπαιδευτικό που ωθούνταν να οδηγηθεί γρήγορα στην απώλεια του παιδαγωγικού του ρόλου, του δασκάλου εμψυχωτή, καθώς σπρωχνόταν να μετεξελιχθεί σε μικρόψυχο ελεγκτή, έναν συμβολαιογράφο επιδόσεων, εξεταστή, επιτηρητή, διορθωτή, έναν κακοπληρωμένο τεχνικό χωρίς διάθεση και χαμόγελο.
Δεν χρειάζεται να καταναλώσουμε πολλή... στατιστική, για να αποδείξουμε ότι στήθηκε ένας ολοκληρωμένος και «θωρακισμένος μηχανισμός αναχαίτισης» όσων ετοιμάζονται στο μέλλον να χτυπήσουν τις πόρτες του νέου Λυκείου. Πολύ γρήγορα η λειτουργία της Τράπεζας θα απογείωνε τη σχολική θνησιμότητα, δηλαδή την απόρριψη ή την ενσωμάτωση της αδυναμίας, την απόγνωση, την αναχαίτιση, το ψαλίδισμα των προσδοκιών, τον φόβο και την εγκατάλειψη.
Μα, ήθελε η πρώην ηγεσία του υπουργείου Παιδείας ένα τέτοιο αποτέλεσμα; Πρωτίστως! Επειγόταν να «ξεσκαρτάρει» το Γενικό Λύκειο, να το «ελαφρώσει», σαν μια επιχείρηση που θέλει να απαλλαγεί από το προσωπικό της. Η Τράπεζα Θεμάτων, δηλαδή το είδος και η «ποιότητα» των ερωτήσεων, μπορούσε αθέατα να προσανατολίσει τη μαθησιακή διαδικασία σε συγκεκριμένες κατευθύνσεις, να υποβαθμίσει το «πώς» και το «γιατί», να πριμοδοτήσει συγκεκριμένους τρόπους διδασκαλίας ή διαβάσματος. Στην κατεύθυνση αυτή προφανώς ριχνόταν λίπασμα και από τις ερωτήσεις τύπου πολλαπλής επιλογής κ.λπ.
Παράλληλα, η φροντιστηριακή εκγύμναση κέρδιζε έδαφος ως «σώμα και πνεύμα» στο σχολείο, εκτρέποντας το εκπαιδευτικό έργο σε τεχνικές απομνημόνευσης πληροφοριών και όχι αναλυτική επεξεργασία της ύλης και δημιουργικής αφομοίωσης από τους μαθητές. Ειδικότερα, «καλό» Λύκειο θα αναγορευόταν αυτό που μιμείται καλύτερα το φροντιστήριο. Αυτό, δηλαδή, που καλουπώνει και παραδίδει αποσπασματικές γνώσεις χρήσιμες για τις εξετάσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου